Γιατί ακόμη δεν έγινε εγκληματίας ο γιός;
Γράφει ο Κώστας Πρώϊμος
Ξυπνάς νωρίς το πρωί, το κεφάλι σου βαρύ και το κορμί ασήκωτο. Mε βαριεστημάρα σκέφτεσαι πως ήρθε κείνη η γ… ώρα για να πας στο κωλοσχολείο.
Ένα κτίριο παμπάλαιο, χωρίς θέρμανση συνήθως, που δεν αποδέχεσαι ότι φιλοξενεί μαθητές. Η όψη του φαντάζει σαν εγκαταλελειμμένο, και θαρρείς ότι ανά πάσα στιγμή θα το χτυπήσει μια σιδερένια μπάλα κατεδάφισης. (Ηλία ρίχ’ το!)
Πάλι δεν διάβασες τα μαθήματά σου, σάμπως και ξέρεις τι έχεις αύριο; Γιατί όταν γύρισες σπίτι η μάνα σου τα «έχωνε» άγρια στον γέρο σου. Ένα ακόμη ομηρικό ματς διαρκείας, με «καντήλια» και φιλοφρονήσεις ένθεν και ένθεν.
Δεν είναι και λίγες οι φορές που σε μπλέκουν στους άγριους και παρατεταμένους καυγάδες τους, ζητώντας σου επίμονα να πάρεις θέση. Πόσο το σιχαίνεσαι αυτό.
Ο γέρος σου άνεργος εδώ και τρία χρόνια, ψάχνει απεγνωσμένα να ρεφάρει με το τζόκερ. Είναι και συμπεριφέρεται ως αποτυχημένος.
Οι φίλοι και οι γνωστοί του τον έχουν κάνει πέρα από καιρό… Πολλές φορές σου ζητά κρυφά από την «άλληνε» κάνα δίευρο από το χαρτζιλίκι σου, γιατί ξεμένει και δεν έχει να παίξει. Δεν μπορεί και να καπνίσει λόγω του εμφράγματος και αμέσως αρχίζει να απελπίζεται και να παραληρεί…
Και αν μας «κάτσει»; Σου λέει με πειθώ και τελικά όλο σε «τουμπάρει». Πόσες φορές δεν είχες ούτε για τυρόπιτα…
Η μάνα σου καπνίζει μανιωδώς μέσα και έξω από το σπίτι, γιατί έχει τα δικά της. Από τότε που η εταιρεία που δούλευε ως διαφημίστρια έκλεισε κατάφερε με κόπο και πολύ «παρακάλι» να βρει δουλειά σε μεγάλο σουπερμάρκετ.
Φυσικά πλέον λανσάρει όχι θελκτικές ατάκες για προϊόντα του ραφιού παρά τις ανεξάντλητες αντοχές της στα δωδεκάωρα και την υπομονή της στις παντός τύπου αγγαρείες. Ταμίας, αποθηκάριος, καθαρίστρια για 700 ευρώ!
Γυρίζει πίσω και τα νεύρα της είναι τσατάλια, ενώ από την κούραση τα μάτια της είναι θολά και κόκκινα. Καμμιά φορά σου ψελλίζει αν έφαγες τίποτα… Περνά συνήθως από δίπλα σου σαν φάντασμα.
Ένας ακόμη επικός καυγάς με τον πελάτη του ΟΠΑΠ αρχίζει καθώς αυτός δεν πήγε να πληρώσει το νερό και όπως συνηθίζει να ισχυρίζεται τάχα μου δεν θυμάται να του είχε δώσει λεφτά η μάνα σου. Σε βάζουν να μιλάς με τον ιδιοκτήτη διότι έχουν μπει νοίκια αρκετά και δεν ξέρουν πια τι να του πουν.
Μια μέρα σε έβρισε άσχημα, σαν εσύ να του χρωστούσες.
Δεν αντέχεις άλλο αυτή την 24ωρη τρέλα μέσα στους τέσσερις τοίχους, ενώ κάποιες μέρες τα αυτιά σου ακούνε διπλό έργο τρόμου, καθώς μάλλον τα ίδια πρέπει να απασχολούν και τους απέναντι.
Βρισιές ακατανόμαστες, αλλά με παραλλαγή στο σενάριο μιας και δεν πρέπει να έχει μείνει γυαλικό για γυαλικό σε κείνο το διαμέρισμα. Μια νύχτα ήρθε και η αστυνομία.
Να, οι δικοί σου πάλι τσακώνονται πρωί-πρωί ακόμη δεν έχεις καλά-καλά πάει να πλύνεις το πρόσωπό σου στο μπάνιο και ξάφνου σου τη «βαράει» άσχημα. Δεν μπορείς να τους αντέξεις άλλο, βλέπεις τα τετράδια και σου έρχεται να τους βάλεις φωτιά, ενώ σκέφτεσαι και τον φιλόλογο την πρώτη ώρα που θα στη «βγει» άσχημα και σίγουρα, αφού ποτέ δεν έχεις ανοίξει βιβλίο.
Μάλλον κοπάνα θα κάνεις, έτσι για να αποφύγεις τα αναπόφευκτα. Μετράς τα κέρματά σου, αν είσαι τυχερός θα πιείς ένα καφέ στα όρθια, σε κείνο το φθηνό στέκι που έχεις ανακαλύψει.
Βουτάς τα ακουστικά σου, φεύγεις, χωρίς κανείς να σου δώσει σημασία και ξεδίνεις στον δρόμο με στίχους που σε ταξιδεύουν στη μαγική χώρα που μπορείς να γίνεις ό,τι θέλεις, μέχρι και βασιλιάς.
"Πούλα ναρκωτικά, δείρε, σκότωσε", απαγγέλει με καλλιτεχνική οργή ο άτεχνος λεμές στη διαπασών, μέσα στα αυτιά σου.
Έτσι θα καταφέρεις να αγοράσεις στον γέρο σου τον ΟΠΑΠ ολόκληρο για να παίζει ξέγνοιαστος, ενώ θα έχεις τη μανούλα σου σαν βασίλισσα.
Στα απαυτά σου αν τελειώσεις το σχολείο, αφού η τσέπη σου θα είναι γεμάτη τούβλα από πεντακοσάρικα, όπως και οι βαλίτσες στο σπίτι σου.
Όλοι θα σε γλείφουνε και θα σε χαιρετάνε με σεβασμό, όσο για τις «ξινές» του σχολείου και της γειτονιάς που δεν σου λένε ούτε γειά… αύριο θα σε παρακαλάνε γονυπετείς για να τις κάνεις σκλάβες σου.
Και επειδή είσαι πλέον δυνατός, εξουσιαστής, μεγάλος παίκτης του συστήματος και ανεξαρτήτου φρονήματος, θα μπορέσεις να εκδικηθείς και το σχολείο σου:
Πιερρακάκη ρίχ’ το!
Θα διατάξεις γελώντας και μαστουρωμένος, έχοντας βάλει με τον παρά σου τον υπουργό σε ρόλο χειριστή μπουλντόζας να κατεδαφίσει το πανάθλιο και αφιλόξενο σχολείο σου!...
“Τί συμφορά, ἐνῶ εἶσαι καμωμένος
γιά τά ωραία καί μεγάλα ἔργα
ἡ ἄδικη αὐτή σου ἡ τύχη πάντα
ἐνθάρρυνσι κ’ ἐπιτυχία νά σέ άρνεῖται·
νά σ’ ἐμποδίζουν εὐτελείς συνήθειες,
καί μικροπρέπειες, κι ἀδιαφορίες.
Καί τί φρικτή ἡ μέρα πού ἐνδίδεις
(ἡ μέρα πού ἀφέθηκες κ’ ἐνδίδεις),
καί φεύγεις ὁδοιπόρος γιά τά Σοῦσα,
καί πιαίνεις στον μονάρχην Ἀρταξέρξη
πού εὐνοϊκά σέ βάζει στήν αὐλή του,
καί σέ προσφέρει σατραπεῖες καί τέτοια.
Καί σύ τά δέχεσαι μέ ἀπελπισία
αὐτά τά πράγματα ποὺ δὲν τὰ θέλεις.
Ἄλλα ζητεί ἡ ψυχή σου, γι’ ἄλλα κλαίει·
τὸν ἔπαινο του Δήμου καί τῶν Σοφιστῶν,
τὰ δύσκολα καὶ τ’ ἀνεκτίμητα Εὗγε·
τὴν Αγορά, τὸ Θέατρο, καί τούς Στεφάνους.
Αὐτά ποῦ θὰ στὰ δώσει ὁ Ἀρταξέρξης,
αὐτά ποῦ θὰ τὰ βρεῖς στὴ σατραπεία·
καὶ τί ζωὴ χωρὶς αὐτά θὰ κάμεις”...
Коментарі