Ο πρόεδρος Άσαντ αντιμετωπίζει την μεγαλύτερη πρόκληση για την εξουσία του εδώ και χρόνια!
Ο συριακός στρατός ανακοίνωσε ότι ισλαμιστές μαχητές, υποστηριζόμενοι από την Τουρκία, εισήλθαν σε μεγάλα τμήματα του Χαλεπίου, υποχρεώνοντάς τον να αποσυρθεί για να ανασυνταχθεί.
Ο πρόεδρος Άσαντ αντιμετωπίζει την μεγαλύτερη πρόκληση για την εξουσία του εδώ και χρόνια.
Η αιφνιδιαστική επίθεση των ισλαμιστών, που έχουν κορμό τους τζιχαντιστές που ανήκουν στο συριακό παρακλάδι της Αλ Κάιντα (υπολείμματα του ISIS), ανέτρεψε δραματικά την ισορροπία στην περιοχή.
Πριν από οκτώ χρόνια, ο συριακός στρατός με την στήριξη των Ρώσων, της Χεζμπολάχ και των Φρουρών της Επανάστασης είχαν εκδιώξει τους ισλαμιστές αντάρτες από το Χαλέπι, που αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Συρίας.
«Ο μεγάλος αριθμός τρομοκρατών και η πολλαπλότητα των πεδίων μάχης οδήγησαν τις ένοπλες δυνάμεις μας να προχωρήσουν σε μια επιχείρηση ανασύνταξης με στόχο την ενίσχυση των γραμμών άμυνας προκειμένου να απορροφήσουν την επίθεση, να προστατεύσουν τις γραμμές των αμάχων και των στρατιωτών και προετοιμαστούν για μία αντεπίθεση», ανέφεραν οι συριακές ένοπλες δυνάμεις.
Ο στρατός είπε επίσης, ότι οι αντάρτες έχουν εισέλθει σε μεγάλα τμήματα του Χαλεπίιου, αλλά οι βομβαρδισμοί τους εμποδίζουν να σταθεροποιήσουν τις θέσεις τους.
Την ίδια ώρα, χιλιάδες άμαχοι φεύγουν με τα οχήματά τους από τη συριακή πόλη, μέσω της κεντρικής διασταύρωσης Κανάσιρ Ατρίγια. Πηγές από την πλευρά των ισλαμιστών, είπαν ότι έχει καταληφθεί και η πόλη Μαράατ αλ Νούμαν στην επαρχία Ιντλίμπ, θέτοντας ολόκληρη την περιοχή αυτή υπό τον έλεγχό τους, κάτι που αποτελεί ένα πρόσθετο σημαντικό πλήγμα για τον Άσαντ.
Για να μην υποστούν μια ολοκληρωτική επίθεση το 2018-20, οι ισλαμιστές είχαν αποδεχθεί μία συμφωνία, για τη σύναψη των οποίων είχε μεσολαβήσει τότε η Ρωσία. Είχαν παραδώσει μέρος του βαρέως οπλισμού τους και κρατικά κτήρια στην περιοχή. Είχε συμφωνηθεί, όμως, ο συριακός στρατός να μείνει έξω από συγκεκριμένες γειτονιές. Από τότε υπήρχαν αλληλοκατηγορίες για παραβίαση των συμφωνιών, με χιλιάδες ισλαμιστές αντάρτες να μένουν στην περιοχή του Ιντλίμπ.
Συρία: Η περίπτωση του Ιντλίμπ
Η οργάνωση που πρωτοστατεί στις συγκρούσεις είναι Χαϊάτ Ταχρίρ Αλ Σαμ – πρώην Αλ Νούσρα, τοπικό παρακλάδι της Αλ Κάιντα, όπως προαναφέραμε.
Αυτή κατέχει τη βορειοδυτική επαρχία Ιντλίμπ, όπου έχει αντιπαρατεθεί με αντίπαλες φατρίες για να δημιουργήσει ξεχωριστό κράτος στην περιοχή, όπου κατοικούν περίπου 3.000.000 Σύροι, σχεδόν όλοι τους σουνίτες. Εδώ και χρόνια, το 85% των προμηθειών της βοήθειας του ΟΗΕ προς το Ιντλίμπ περνούσε από τη συνοριακή πύλη Bab Al Hawa στα σύνορα με την Τουρκία.
Ουσιαστικά με την αρωγή προς τον πληθυσμό της Ιντλίμπ, ο ΟΗΕ και οι Δυτικοί δωρητές ενίσχυσαν εκ των πραγμάτων την κυριαρχία των τζιχαντιστών.
Είναι, άλλωστε, γνωστό πως ειδικά στις αρχές του συριακού εμφυλίου πολέμου η Δύση συνεργάστηκε στενά με τους τζιχαντιστές για να ανατρέψει το καθεστώς Άσαντ κι όταν απέτυχε, χρησιμοποιεί τους τζιχαντιστές σαν μοχλό πίεσης προς τη Δαμασκό.
Η Tουρκία με τη σειρά της, στηρίζει και εν πολλοίς ελέγχει τους τζιχαντιστές. Απορροφά όσα λυμαίνονται από τις λεηλασίες των περιουσιών των ντόπιων και τους ανεφοδιάζει με όπλα πυρομαχικά και αναλώσιμα.
Οι Τούρκοι, που κατέχουν περιοχές στη βόρεια Συρία δεν θέλουν να αποχωρήσουν, αλλά απέφευγαν να στηρίξουν στρατιωτικά τις επιθετικές ενέργειες των τζιχαντιστών για να μην έρθουν σε ανοικτή σύγκρουση με τον Ασαντ και τους Ρώσους.
Η βορειοανατολική Συρία και ο ρόλος των μεγάλων δυνάμεων
Οι περιοχές που ελέγχονται από τις –υπό κουρδική ηγεσία– Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) εκτείνονται στα ανατολικά σύνορα της χώρας με το Ιράκ από την πόλη Αλ Μπουκαμάλ στο έσχατο νότιο άκρο περιλαμβάνοντας όλη σχεδόν την επαρχία Χασάκα και μεγάλο μέρος της επαρχίας της Ράκα.
Το βορειότερο τμήμα αυτής της περιοχής από τα σύνορα με την Τουρκία και μέχρι την εθνική οδό Μ4 κατέχεται από τουρκικές δυνάμεις σε βάθος 15 περίπου χλμ από τα τουρκικά σύνορα, μεταξύ των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη.
Οι κουρδικές δυνάμεις συνεχίζουν ένα χαμηλής έντασης ανταρτοπόλεμο εναντίον των τουρκικών δυνάμεων στην ζώνη κατοχής.
Βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στη στρατιωτική και πολιτική υποστήριξη Αμερικανών, οι οποίοι διατηρούν βάσεις στο έδαφος που ελέγχουν οι Κούρδοι.
Η Γαλλία επίσης ποντάρει στον κουρδικό παράγοντα για να έχει ρόλο στη Συρία, να πιέζει τη Δαμασκό και να περιορίσει τον ρόλο της Τουρκίας.
Όταν κουρδική αντιπροσωπεία είχε πάει στο Παρίσι για συνάντηση με τον Μακρόν, αυτός υποστήριξε «την ανάγκη να συνεχιστεί το έργο υπέρ της πολιτικής σταθεροποίησης στη βορειοανατολική Συρία και της διακυβέρνησης χωρίς αποκλεισμούς».
Από την πλευρά του ο Κούρδος αξιωματούχος Μπεριβάν Χαλέντ είχε δηλώσει ότι στη συνάντηση είχε συζητηθεί «η υποστήριξη της Γαλλίας στην αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα της κουρδικής αυτόνομης διοίκησης».
Η κυρίαρχη δύναμη στους Κούρδους της Συρίας είναι το PYD (Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης), του οποίου η ένοπλη πτέρυγα είναι το YPG (Μονάδες Προστασίας του Λαού).
Υπάρχουν ακόμα περίπου 20 οργανώσεις, ορισμένες από τις οποίες εξακολουθούν να είναι πιστές στη Δαμασκό, η οποία δεν βλέπει με καλό μάτι την ουσιαστική αυτονομία των Κούρδων. Πρόσφατη επίσκεψη Γάλλων προσωπικοτήτων στην πόλη Καμισλί καταδικάστηκε από τη Δαμασκό.
Οι γαλλικές ειδικές δυνάμεις βρίσκονται στις περιοχές που ελέγχονται από τους Κούρδους. Υπάρχουν επίσης περίπου 900 Αμερικανοί στρατιώτες που εκπαιδεύουν τις κουρδικές δυνάμεις.
Ανεξάρτητα από τη βοήθεια που παρέχεται στους Κούρδους, οι προτεραιότητες της Γαλλίας στη Συρία ορίζονται από τα γεωπολιτικά της συμφέροντα. Υποστηρίζοντας τις κουρδικές δυνάμεις, το Παρίσι εμποδίζει την ενότητα του συριακού κράτους.
Το καθεστώς Άσαντ θα ήθελε να θέσει υπό τον έλεγχό του και το τζιχαντιστικό προπύργιο στο Ιντλίμπ και τη ζώνη στο συριακό Βορρά που έχει καταλάβει η Τουρκία και τα εδάφη ανατολικά του Ευφράτη που ελέγχονται από τις κουρδικές δυνάμεις. Από το 2020, όμως, δεν έχει κάνει τίποτα προς αυτή την κατεύθυνση.
Οι Τούρκοι στη Συρία
Στις 11 Μαρτίου 2021, το Ευρωκοινοβούλιο κάλεσε την Τουρκία να αποσυρθεί από τη Συρία, χαρακτηρίζοντας τη στρατιωτική παρουσία της κατοχή.
Λίγες εβδομάδες πριν η Human Rights Watch είχε δημοσιοποιήσει τις περιπτώσεις δεκάδων Σύριων, μεταξύ των οποίων και Κούρδων, που κρατούνταν στις τουρκικές φυλακές και είχε καλέσει την Άγκυρα να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της ως κατοχικής δύναμης δυνάμει της 4ης Σύμβασης της Γενεύης.
Οι τζιχαντιστές μισθοφόροι της Τουρκίας συνέλαβαν τουλάχιστον 63 Σύριους και τους μετέφεραν στην Τουρκία, όπου υπόκεινται σε δίωξη παρά το γεγονός ότι δεν έχουν τουρκική υπηκοότητα.
Τέτοιες παραβιάσεις ξεκίνησαν με την πρώτη τουρκική επίθεση εναντίον των Κούρδων της Συρίας, από τις αρχές Ιανουαρίου 2018, όταν η Άγκυρα εξαπέλυσε μια μεγάλης κλίμακας επίθεση στο (κατά πλειονότητα κουρδικό) καντόνι του Αφρίν στη βορειοδυτική Συρία.
Η επίθεση ανάγκασε 320.000 κατοίκους να εγκαταλείψουν την περιοχή, καθώς οι τουρκικές δυνάμεις κατέλαβαν τη πόλη τον Μάρτιο του 2018 σε συνεργασία με τους τζιχαντιστές συμμάχους τους.
Αυτή η κατάληψη άλλαξε τα δημογραφικά στοιχεία της περιοχής, όπως τεκμηριώθηκε από την έκθεση της Ανεξάρτητης Διεθνούς Επιτροπής Ερευνών (IICI) στα μέσα Σεπτεμβρίου 2020.
Η έκθεση αποκάλυψε βαρύτατες παραβιάσεις που διαπράχθηκαν εναντίον Κούρδων κατοίκων, ειδικά σε περιοχές της Συρίας υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού και των τζιχαντιστών. Το Αφρίν αλλά και οι πόλεις Τελ Αμπιάντ και Ρας αλ-Αϊν στη βορειοανατολική Συρία, που ελέγχονται από την Άγκυρα και τους μισθοφόρους της από τα τέλη Οκτωβρίου 2019, εγκαταλείφθηκαν από τους Κούρδους κατοίκους. Μαζί τους έφυγαν Ασσύριοι και Αρμένιοι, φοβούμενοι τις γνωστές εθνοκαθάρσεις που συνηθίζουν οι Τούρκοι.
Με το τέλος των μαχών, ο Άσαντ αντιμετώπισε την πρόκληση της ανοικοδόμησης της κατεστραμμένης Συρίας.
Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, βεβαίως, δεν συνεργάστηκαν με το καθεστώς Άσαντ. Αλλά και η Μόσχα δεν ανέλαβε το κόστος ανοικοδόμησης, το οποίο ο ΟΗΕ είχε εκτιμήσει στα 250 δισ. δολάρια. Με το τέλος των συγκρούσεων, η Συρία έφυγε από την πρώτη γραμμή της επικαιρότητας.
Αν και οι τρίτες δυνάμεις εξακολουθούν να εμπλέκονται ενεργά στο συριακό μέτωπο, το ενδιαφέρον μειώθηκε.
Οι Αμερικανοί επεδίωξαν την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ, ελπίζοντας πως η διάδοχη κατάσταση θα ήταν απολύτως ελεγχόμενη από τους ίδιους και έτσι θα έδιωχναν τις ρωσικές βάσεις από τη Συρία, εκτοπίζοντας ουσιαστικά τη Ρωσία από τη Μεσόγειο.
Απέτυχαν.
Η Μόσχα είχε εξέλθει νικήτρια από τον δια αντιπροσώπων πόλεμο.
Το καθεστώς Άσαντ εξαρτάται από τη Ρωσία, η οποία έχει αναλάβει και ρόλο επιδιαιτητή.
Μετά την αποχώρηση του κορμού των αμερικανικών δυνάμεων που είχε διατάξει ο Τραμπ, το συριακό μέτωπο είχε σταθεροποιηθεί μέχρι που ενεργοποιήθηκε αυτές τις ημέρες.
Comments